ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Όταν ήμουν πολύ μικρός, είχα τη μεγάλη τύχη να αγοράσω ένα βιβλίο που λεγόταν Ιστορίες από την αρχαία Ελλάδα (Tales from Ancient Greece). Ήταν έρωτας με την πρώτη γνωριμία. Όσο κι αν μου άρεσαν αργότερα οι μύθοι και οι θρύλοι από άλλους λαούς και κουλτούρες, αυτές οι ελληνικές ιστορίες διέφεραν, γιατί έκαναν την ψυχή μου να φλέγεται. Ο δυναμισμός, το χιούμορ, το πάθος, οι χαρακτηριστικές ιδιαιτερότητες και οι αληθοφανείς λεπτομέρειές τους μου έκλεψαν την καρδιά από την πρώτη στιγμή. Ελπίζω να βιώσεις το ίδιο. Ίσως γνωρίζεις ήδη κάποιους από τους μύθους που διηγούμαι εδώ, αλλά, αν δεν έχεις συναντήσει ξανά τους χαρακτήρες και τις ιστορίες των ελληνικών μύθων, σε καλωσορίζω με ιδιαίτερη χαρά. Δεν χρειάζεται να γνωρίζεις τίποτα για να διαβάσεις αυτό το βιβλίο· ξεκινάει με ένα άδειο σύμπαν. Ασφαλώς δεν απαιτείται «κλασική παιδεία», καμιά γνώση της διαφοράς ανάμεσα στο νέκταρ και τις νύμφες, στους σάτυρους και τους κένταυρους ή στις Μοίρες και τις Ερινύες. Η ελληνική μυθολογία δεν έχει απολύτως τίποτα το ακαδημαϊκό ή διανοουμενίστικο· είναι εθιστική, διασκεδαστική, προσιτή κι εκπληκτικά ανθρώπινη.

Από πού προήλθαν όμως οι μύθοι της αρχαίας Ελλάδας; Το να τραβήξουμε μία ελληνική κλωστή από το κουβάρι της ανθρώπινης ιστορίας και να ανατρέξουμε στην αρχή της, διαλέγοντας έτσι έναν μόνο πολιτισμό και τις αφηγήσεις του, δεν σημαίνει ότι παραγνωρίζουμε το γεγονός πως οι μυθολογίες του κόσμου έχουν μία κοινή πηγή. Οι πρώτοι άνθρωποι, σε όλο τον κόσμο, ένιωθαν δέος απέναντι στις δυνάμεις που προκαλούσαν τις ηφαιστειακές εκρήξεις, τις ηλεκτρικές καταιγίδες, τα παλιρροϊκά κύματα και τους σεισμούς. Γιόρταζαν και λάτρευαν τον ρυθμό των εποχών, την πορεία των ουράνιων σωμάτων στο νυχτερινό στερέωμα και το καθημερινό θαύμα της ανατολής του ήλιου. Αναρωτιούνταν πώς άραγε να είχαν αρχίσει όλα. Το συλλογικό ασυνείδητο πολλών πολιτισμών έχει διηγηθεί ιστορίες για θεούς που θυμώνουν, θεούς που πεθαίνουν και ξαναγεννιούνται, θεές της γονιμότητας, θεότητες, δαίμονες και πνεύματα της φωτιάς, της γης και του νερού.

Οι Έλληνες δεν υπήρξαν ασφαλώς ο μοναδικός λαός που κέντησε έναν διάκοσμο θρύλων και παραδόσεων πάνω στον αινιγματικό καμβά της ύπαρξης. Οι θεοί της Ελλάδας, αν προσεγγίσουμε το όλο θέμα αρχαιολογικά και παλαιοντολογικά, ανάγονται στους ουράνιους πατέρες, στις σεληνιακές θεές και στους δαίμονες της «εύφορης ημισελήνου» της Μεσοποταμίας, δηλαδή περιοχών του σημερινού Ιράκ, της Συρίας και της Τουρκίας. Οι Βαβυλώνιοι, οι Σουμέριοι, οι Ακκάδιοι και άλλοι πολιτισμοί της περιοχής, οι οποίοι άκμασαν πολύ νωρίτερα απ’ ό,τι οι Έλληνες, είχαν τις κοσμογονίες και τις λαϊκές μυθολογίες τους, που, όπως οι γλώσσες που τις εξέφραζαν, προέρχονταν από την Ινδία και, σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, από την προϊστορία περιοχών στα δυτικά της Ινδίας και, τέλος, από την Αφρική, το λίκνο του είδους μας.

Για να διηγηθούμε όμως οποιαδήποτε ιστορία, πρέπει, με μια ψαλιδιά στο νήμα της συνολικής αφήγησης, να ορίσουμε τη δική μας αφετηρία. Είναι εύκολο αυτό στην περίπτωση της ελληνικής μυθολογίας, που σώζεται τόσο λεπτομερής, πληθωρική, ανάγλυφη και ζωηρόχρωμη ώστε να ξεχωρίζει από τις άλλες. Καταγράφηκε και διατηρήθηκε από τους πρώτους ποιητές και μέσα από την αδιάσπαστη συνέχεια της γραφής, σχεδόν από τις απαρχές της, έφτασε έως εμάς. Οι μύθοι των Ελλήνων έχουν πολλά κοινά με αυτούς των Κινέζων, των Περσών, των Ινδών, των Μάγια, των Ρώσων, των Ινδιάνων, των Εβραίων και των αφρικανικών και των σκανδιναβικών λαών, ωστόσο είναι μοναδικοί γιατί αποτελούν, όπως το έθεσε
η συγγραφέας και μυθογράφος Ίντιθ Χάμιλτον, «δημιούρ
γημα μεγάλων ποιητών». Οι Έλληνες υπήρξαν ο πρώτος λαός που έφτιαξε συνεκτικές αφηγήσεις, μάλιστα και λογοτεχνία, για τους θεούς, τα τέρατα και τους ήρωές του.

Στην ελληνική μυθολογία αποτυπώνεται η πορεία της εξέγερσης της ανθρωπότητας, της μάχης μας να αποτινάξουμε τον ζυγό των θεών, που μας κακομεταχειρίζονταν, παρενέβαιναν στις υποθέσεις μας, καταδυνάστευαν τον βίο και τον πολιτισμό μας. Οι Έλληνες δεν προσκυνούσαν τους θεούς τους. Αποδέχονταν τη ματαιόδοξη ανάγκη των θεών για τις ικεσίες και τις λατρευτικές πράξεις των ανθρώπων, αλλά πίστευαν πως οι άνθρωποι ήταν ίσοι με τους θεούς. Οι μύθοι τους διαπνέονται από την ιδέα ότι όποιοι κι αν δημιούργησαν αυτόν τον μυστήριο κόσμο, τον σκληρό και θαυμαστό, τον ιδιότροπο και όμορφο, τον παράφορο και άδικο, έπρεπε αυτοί οι ίδιοι να είναι σκληροί, θαυμαστοί, ιδιότροποι, όμορφοι, παράφοροι και άδικοι. Οι Έλληνες έφτιαξαν τους θεούς τους κατ’ εικόνα τους: φιλοπόλεμους αλλά δημιουργικούς· σοφούς αλλά θηριώδεις· στοργικούς αλλά ζηλότυπους· τρυφερούς αλλά βάναυσους· ευσπλαχνικούς αλλά εκδικητικούς.

Ο Μύθος ξεκινάει από την αρχή, αλλά δεν τελειώνει στο τέλος. Αν είχα συμπεριλάβει στην αφήγησή μου ήρωες σαν τον Οιδίποδα, τον Περσέα, τον Θησέα, τον Ιάσονα και τον Ηρακλή και είχα περιγράψει λεπτομερώς τον Τρωικό Πόλεμο, θα χρειαζόσουν μπράτσο Τιτάνα για να σηκώσεις το βιβλίο αυτό. Με ενδιαφέρει άλλωστε μόνο να διηγηθώ τις ιστορίες, όχι να τις εξηγήσω ή να διερευνήσω τις ανθρώπινες αλήθειες και την ψυχολογική γνώση που μπορεί να κρύβουν. Οι μύθοι αυτοί καθαυτοί είναι αρκούντως συναρπαστικοί, με όλες τις ανησυχαστικές, απροσδόκητες, ρομαντικές, κωμικές, τραγικές, βίαιες, μαγευτικές όψεις τους, ώστε να αιχμαλωτίζουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Πάντως, αν δεν μπορέσεις παρά να αναρωτηθείς τι ενέπνευσε τους Έλληνες να επινοήσουν έναν τόσο πληθωρικό και πολυσύνθετο κόσμο προσώπων και γεγονότων, αν αναζητήσεις τις βαθιές αλήθειες που φώλιασαν στους μύθους, ασφαλώς θα απολαύσεις ακόμη περισσότερο την ανάγνωση του βιβλίου.

Και αυτό ακριβώς είναι η περιπλάνηση στον κόσμο του ελληνικού μύθου: σκέτη απόλαυση.

Στίβεν Φράι