Κεφάλαιο 12

Η αισιοδοξία της Έιμι ελαττώθηκε αξιοσημείωτα αφότου έφυγε ο Γουόρεν. Και να σκεφτεί κανείς ότι πίστευε πως είχε σημειώσει κάποια πρόοδο… Μα το είχε δει, το είχε νιώσει ότι είχε αρχίσει να τον επηρεάζει. Όμως το μόνο που κατάφερε ήταν να γελοιοποιηθεί η ίδια.

Δεν έπρεπε να τα είχε βιάσει τα πράγματα. Τώρα το καταλάβαινε. Έπρεπε να ήταν πιο διακριτική, απλώς να του είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον αντί να του τα ξεφουρνίσει όλα τόσο ανοιχτά. Έλα όμως που την πίεζε ο χρόνος…

Ένας από τους αδερφούς, ο Μπόιντ, σκέφτηκε η Έιμι, είχε αναφέρει ότι θα παρέμεναν στο Λονδίνο μόνο για μια βδομάδα, δύο το πολύ. Να πάρει η ευχή, πώς θα της ήταν δυνατόν να καταφέρει το αδύνατον μέσα σε τόσο λίγο χρόνο αν δεν ήταν ευθεία και ειλικρινής; Ωστόσο θα έπρεπε να βρει κάποιον άλλο τρόπο, γιατί το μόνο που κατάφερε η ευθύτητα ήταν να κάνει τον Γουόρεν να εξοργιστεί, κι εκείνη δεν θα πετύχαινε τίποτα μαζί του αν δεν έκανε κάτι για να ξεπεράσει το σκόπελο του θυμού του.

Η αναφορά στο γάμο ήταν αυτό που τον έκανε να ορθώσει τις άμυνές του και να τις διατηρήσει στο ύψος τους. Αυτό που έκανε ήταν στ’ αλήθεια πολύ ανόητο εκ μέρους της, τη στιγμή που γνώριζε πόσο φανατικός θιασώτης της εργένικης ζωής ήταν ο Γουόρεν – και γιατί. Να πάρει η οργή εκείνη την Αμερικανίδα που τον πρόδωσε τόσο σκληρά και θα δυσκόλευε πολύ τις προσπάθειες της Έιμι για την επίτευξη του στόχου της. Όμως όλα αυτά έγιναν και δεν μπορούσαν να αλλάξουν· και για του λόγου το αληθές, αν εκείνη η γυναίκα δεν τον είχε προδώσει, τώρα ο Γουόρεν θα ήταν παντρεμένος μαζί της και η Έιμι δεν θα είχε αυτό το πρόβλημα. Ωστόσο, η αναφορά στο γάμο ήταν που είχε καταστρέψει την υπόθεση σήμερα, και πιθανόν ανεπανόρθωτα. Και η ζημιά είχε γίνει. Ο Γουόρεν ήξερε πια ποιος ήταν ο απώτερος σκοπός της. Το μόνο που μπορούσε πια να κάνει η Έιμι ήταν να μην αναφέρει ξανά το γάμο και να ελπίζει ότι αυτός θα θεωρούσε πως είχε αλλάξει γνώμη. Τότε μπορεί να ηρεμούσε και η φύση θα έκανε τα πράγματα να εξελιχθούν μόνα τους – αν βεβαίως κι αυτή είχε στη διάθεσή της έξι μήνες για να δουλέψει πάνω στο σχέδιό της, και όχι μόνο δυο βδομάδες.

Η αισιοδοξία της είχε υποστεί πλήγμα, το δίχως άλλο. Και ούτε πήρε καθόλου τα πάνω της όταν ο Γουόρεν επέστρεψε νωρίς εκείνο το απόγευμα με τους αδερφούς του. Ο Ντρου τη φλέρταρε λιγάκι, αλλά βέβαια ο Ντρου πιθανότατα φλέρταρε όλες τις γυναίκες που συναντούσε. Ο Γουόρεν, από την άλλη, την αγνόησε επιδεικτικά, δεν τη χαιρέτησε, μόνο δυο λέξεις της απηύθυνε όλες κι όλες.

Τούτη τη φορά ο Τζέρεμι ήταν παρών για να προσφέρει στον πατέρα του υποστήριξη απέναντι στον «εχθρό», αλλά δεν χρειάστηκε. Οι αδελφοί Άντερσον δεν έμειναν και τόσο πολύ έτσι ώστε να προλάβει να προκληθεί κάποια φασαρία.

Η Έιμι μπορούσε να υποθέσει για ποιο λόγο δεν έβλεπαν την ώρα να φύγουν, αν και θα προτιμούσε να μην ήξερε και τόσο πολλά, τουλάχιστον όσον αφορά στην παρούσα περίπτωση. Όμως, με αδερφές παντρεμένες, μια ξαδέρφη παντρεμένη και νεαρές παντρεμένες θείες, που όλες τους συζητούσαν για τους άντρες ανοιχτά, και τους δικούς τους αλλά και γενικότερα, η Έιμι ήξερε περισσότερα γι’ αυτούς απ’ όσα θα περίμενε κανείς, δεδομένης της ηλικίας της. Στην περίπτωση των Άντερσον, ήταν το δεύτερο βράδυ τους στο Λονδίνο ύστερα από ένα μακρύ ταξίδι με πλοίο. Την αδερφή τους την είχαν επισκεφθεί. Τις δουλειές τους τις είχαν τακτοποιήσει. Κανένας τους δεν ήταν παντρεμένος. Κι έτσι αρρενωποί καθώς ήταν, φυσικά και θα πήγαιναν να αναζητήσουν μια γυναικεία συντροφιά τώρα.

Αυτή η βεβαιότητα έκανε την Έιμι να νιώθει συντετριμμένη – και έξαλλη. Ήδη σκεφτόταν τον Γουόρεν σαν δικό της, παρόλο που αυτό δεν ήταν ακόμη ακριβώς αλήθεια. Κι έτσι, δεν πίστευε πως θα μπορούσε να αντέξει τη βεβαιότητα που είχε πως ο Γουόρεν κοιμόταν στην αγκαλιά μιας άλλης γυναίκας τις νύχτες, ενώ εκείνη τον φλέρταρε τη μέρα.

Του είχε πει πως ήταν αναπόφευκτο ότι εκείνοι δυο θα κατέληγαν μαζί, όμως δεν ήταν και σίγουρη γι’ αυτό, όχι μετά τα σημερινά. Θα έπρεπε να κάνει κάτι, κάτι δραστικό, ενδεχομένως, κάτι που θα τον έκανε να κοιμηθεί μόνος του απόψε και να σκέφτεται μόνο εκείνη. Αλλά τι; Και πώς, τη στιγμή που δεν είχε ιδέα πού είχε πάει ο Γουόρεν;

Ο τρόπος για να πάρει τις απαντήσεις της για το πού σουλατσάριζε ο Γουόρεν τής ήρθε την ώρα που το μάτι της πήρε τον Τζέρεμι έτοιμο να βγει για το βράδυ. Έσπευσε τρεχάτη στην είσοδο για να τον σταματήσει.

«Να σε απασχολήσω μια στιγμή, Τζέρεμι;»

«Για σένα, αγαπητή μου, πάντα, αν και απόψε μόνο για μια στιγμή».

«Δεν έχεις αργήσει για κάτι, ε;»

«Όχι, απλώς δεν βλέπω την ώρα». Ο Τζέρεμι χαμογέλασε. «Μονίμως δεν βλέπω την ώρα».

Εκείνη του ανταπέδωσε το χαμόγελο. Στ’ αλήθεια ακολουθούσε τα χνάρια του πατέρα του, αν και η Έιμι δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι ο θείος Τζέιμς υπήρξε ποτέ τόσο γοητευτικός και ανέμελος όσο ήταν ο μπαγάσας ο γιος του. Ο Τζέιμς πρέπει να ήταν πολύ προσεκτικός στις ερωτοδουλειές του, σε αντίθεση με τον Τζέρεμι, ο οποίος σπάνια ήταν προσεκτικός στο οτιδήποτε.

«Δεν θα σε κρατήσω πολύ», υποσχέθηκε εκείνη. «Όμως θα μπορούσες να καθυστερήσεις, ίσα για λίγο, να πας εκεί που έχεις σκοπό να πας;» Το καλό του ντύσιμο αποκάλυπτε ότι θα έκανε μια στάση σε ένα ή και περισσότερα από τα πάμπολλα πάρτι, και ίσως να ήταν κάποιο πάρτι στο οποίο να ήταν προσκεκλημένη και η ίδια, αλλά δεν είχε θελήσει να πάει. «Ίσα μέχρι να μάθω πού πήγε ο Γουόρεν απόψε;»

Αυτή η ερώτησή της έκανε τον Τζέρεμι να σαστίσει, όπως μαρτυρούσε η έκφραση του προσώπου του. «Εντάξει, τώρα εγώ γιατί πρέπει να θέλω να σου πω;»

Η σκέψη της Έιμι δεν είχε προχωρήσει τόσο πολύ. «Η Τζορτζ θέλει να ξέρει», ήταν το μόνο που σκέφτηκε να πει. «Πήρε ένα επείγον μήνυμα που τον αφορά, και είναι κάτι που δεν μπορεί να περιμένει ως αύριο».

«Πολύ καλά, αλλά μην περιμένετε από μένα να σας πω πού είναι και τι κάνει ο Γουόρεν. Θα στείλω έναν αγγελιαφόρο με ένα σημείωμα».

«Είμαι σίγουρη πως μια χαρά θα κάνουμε τη δουλειά μας έτσι».

Όταν εκείνος έφυγε, η Έιμι ένιωσε απαίσια. Δεν ήταν συνηθισμένη να λέει ψέματα στον Τζέρεμι ούτε και σε κανέναν άλλο μέσα στην οικογένειά της. Καμιά φορά εντάξει, δεν έλεγε όλη την αλήθεια, αλλά ευθέως ψέματα δεν έλεγε.

Όμως ο Τζέρεμι ποτέ δεν θα έκανε αυτό που του ζήτησε αν του είχε πει ότι η ίδια ήθελε να στείλει ένα μήνυμα στον Γουόρεν, και όχι η Τζορτζίνα. Θα ήθελε να μάθει τους λόγους, και απλούστατα δεν υπήρχε καμία δικαιολογία αρκετά πειστική γιατί να μην μπορεί να τακτοποιηθεί το ζήτημα στέλνοντας ένα μήνυμα στο ξενοδοχείο όπου έμενε ο Γουόρεν ή γιατί να μην περιμένει το θέμα ως αύριο το πρωί.

Το να ομολογήσει ότι ήθελε να κρατήσει τον Γουόρεν μακριά από το κρεβάτι κάποιας ξετσίπωτης απόψε, θα προκαλούσε χαμό, η Έιμι ήταν σίγουρη γι’ αυτό. Ο Τζέρεμι θα της τα έψελνε για καμιά ώρα οπωσδήποτε, θα το μάθαινε και η υπόλοιπη οικογένεια, πιθανότατα μάλιστα εκείνο το ίδιο βράδυ, θα μάθαιναν τα πάντα για τα τρυφερά αισθήματα που έτρεφε για τον πιο μονόχνοτο από τους αδερφούς της Τζορτζίνα, και τότε θα γινόταν ακόμα μεγαλύτερος χαμός. Θα την ξαπόστελναν ολοταχώς στην επαρχία, χωρίς καμιά αμφιβολία – τουλάχιστον ώσπου να επέστρεφε ο Γουόρεν στην Αμερική.

Ο Τζέρεμι τα κατάφερε για λογαριασμό της πιο γρήγορα απ’ όσο φανταζόταν η Έιμι. Ούτε μία ώρα αργότερα, η κοπέλα είχε μάθει το όνομα ενός μέρους που λεγόταν «Δαιμονόσκυλο» – κάποια ταβέρνα, υπέθετε. Δεν το είχε ξανακούσει ποτέ, αλλά αναγνώρισε τη διεύθυνση, και δεν ήταν και στο καλύτερο σημείο της πόλης. Τώρα το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να καθίσει να γράψει ένα σημείωμα, κάτι φοβερό και τρομερό, κάτι που να γύριζε τον κόσμο ανάποδα, κάτι που εγγυημένα θα αποσπούσε τον Γουόρεν από την ξετσίπωτη παρέα του…