Κεφάλαιο 31

Η καμπίνα του Γουόρεν δεν ήταν μεγαλύτερη από αυτήν της Έιμι και, δυστυχώς, βρισκόταν ακριβώς δίπλα στη δική της. Μπορούσε να την ακούει να βηματίζει πάνω κάτω. Εκείνη τη στιγμή η κοπέλα ήταν έξαλλη του σκοτωμού απ’ το θυμό της, γιατί δεν της είχε πει ούτε μία κουβέντα, παρότι είχε επιμείνει να δει με τα μάτια του ότι ήταν καλά στην υγεία της. Απλώς είχε ζητήσει από τον Λιανγκ να ανοίξει την πόρτα, είδε ότι η κοπέλα ήταν καλά κι ύστερα έκανε νόημα στον Κινέζο να την ξανακλείσει. Με τίποτα δεν ήθελε ο Γουόρεν να καταλάβουν αυτοί ότι η αρχική του παρόρμηση ήταν να μπει μέσα και να την πάρει στην αγκαλιά του, και να τη διαβεβαιώσει ότι θα την έβγαζε από εκεί – αργά ή γρήγορα. Η δεύτερη παρόρμησή του ήταν να την τσακίσει στο ξύλο που τους έμπλεξε όλους σ’ αυτή την ιστορία. Δεν μπορούσε να ικανοποιήσει καμία από τις δύο παρορμήσεις του, γιατί τότε θα έκανε την Έιμι να φανεί ότι ήταν γι’ αυτόν πολύ πιο σημαντική απ’ όσο ήθελε ο Γουόρεν να καταλάβουν.

Η Έιμι είχε αρχίσει να ουρλιάζει κατευθείαν μόλις η πόρτα ξανάκλεισε, απαιτώντας να γυρίσει πίσω ο Γουόρεν, απαιτώντας να του μιλήσει. Όταν υπέθεσε ότι ο Γουόρεν δεν την άκουγε άλλο, άρχισε να φωνάζει για να έρθει κάποιος ονόματι Ταϊσί. Και τώρα, κάθε δέκα περίπου λεπτά, κοπανούσε δυνατά την πόρτα της και επαναλάμβανε τις φωνές για να έρθει αυτός ο Ταϊσί.

Ο Γουόρεν θα μπορούσε να είναι ευγνώμων, θεωρούσε, που η Έιμι δεν είχε καταλάβει ότι τον είχαν βάλει στην καμπίνα που βρισκόταν δίπλα της, γιατί αλλιώς θα προσπαθούσε να του μιλήσει μέσα από το χώρισμα, και δεν ήξερε πόσο θα το άντεχε αυτό. Ήταν ήδη αρκετά άσχημο το ότι μπορούσε να ακούει τη φωνή της, τουλάχιστον όταν ούρλιαζε. Επίσης γκρίνιαζε αρκετά και μονολογούσε κιόλας, αλλά δεν ακουγόταν καθαρά τι έλεγε, μόνο κάτι σκόρπιες λέξεις όπως «κακομοίρης», «αναθεματισμένος» και «περίμενε και θα δεις» κατάφερε να ξεχωρίσει ο Γουόρεν.

Έλπιζε ολόψυχα να αναφερόταν σ’ αυτόν η Έιμι και όχι σ’ εκείνο τον άγνωστο Ταϊσί. Του ήταν πολύ πιο εύκολο να φαντάζεται μια Έιμι οργισμένη παρά μια Έιμι ξελογιάστρα, ειδικά μάλιστα όταν η φευγαλέα εικόνα της που μόλις είχε δει ήταν ανακατεμένα μαλλιά κι ένα φόρεμα με ντεκολτέ που ήταν πολύ χαμηλό για να μπορεί να το φέρνει στη μνήμη του και να μένει ανεπηρέαστος. Θα έπρεπε να είναι έξαλλος που η Έιμι είχε φορέσει κάτι τέτοιο για να πάει να τον συναντήσει. Δεν υπήρχε περίπτωση να μπορούσε να αντισταθεί έτσι και η κοπέλα είχε πάει αρκετά κοντά του ώστε να μπορέσει εκείνος να κοιτάξει μέσα στο ντεκολτέ της. Αλλά πάλι, το λάγνο θηλυκό το ήξερε αυτό, γι’ αυτό άλλωστε και είχε φορέσει ένα τέτοιο φόρεμα, ο Γουόρεν ήταν σίγουρος γι’ αυτό.

Ο Γουόρεν μούγκρισε. Δεν υπήρχε περίπτωση να πάει καλά το πράγμα. Το ήξερε. Το να είναι φυλακισμένος για έναν ολόκληρο μήνα ξέροντας ότι η Έιμι Μάλορι ήταν τόσο κοντά του αλλά δεν μπορούσε να πάει κοντά της θα τον έκανε να τρελαθεί το ίδιο κι όπως θα τρελαινόταν αν τον είχαν φυλακίσει μαζί της, στον ίδιο χώρο. Έπρεπε να βρει κάτι να απασχοληθεί, να πάει να βοηθήσει στο τιμόνι του πλοίου, κάτι. Διάβολε, θα πήγαινε ακόμη και να σφουγγαρίσει το κατάστρωμα. Δεν ήταν η περηφάνια το ζήτημα εδώ. Η ψυχική υγεία ήταν.

Η κίνηση του πλοίου την ώρα που έφευγε από το αγκυροβόλιό του έστειλε και τον Γουόρεν στην πόρτα του, για να την κοπανήσει λιγάκι κι αυτός. Δεν περίμενε ότι το πλοίο θα έφευγε τόσο σύντομα – ο Ζανγκ πρέπει να το είχε έτοιμο ήδη από τη στιγμή που έπιασε την Έιμι. Όμως αυτή ήταν η καλύτερη στιγμή για απόδραση, όταν όλα τα μέλη του πληρώματος ήταν απασχολημένα. Και πόσο δύσκολο θα ήταν να κατατροπώσει όποιον άνοιγε την πόρτα του, να δώσει μια στην πόρτα της Έιμι και να τη σπάσει, κι ύστερα να πηδήξουν και οι δυο μαζί απ’ το πλοίο; Θα μπορούσε να αντέξει τη συντροφιά της ώσπου να την πήγαινε στο σπίτι, έτσι δεν είναι; Και πολύ γρήγορα η ευκαιρία θα χανόταν, όταν το πλοίο θα έβγαινε στην ανοιχτή θάλασσα.

Η πόρτα άνοιξε με φόρα πριν προλάβει ο Γουόρεν να τη φτάσει. Ένας άντρας που είχε πάνω κάτω το ύψος της Έιμι πήδηξε προς τα πίσω όταν είδε την υψωμένη γροθιά του Γουόρεν. Βλέποντας τη γαβάθα με το φαγητό που κουβαλούσε ο τύπος, ο Γουόρεν είχε την αίσθηση ότι αυτός εδώ πρέπει να ήταν ο άγνωστος Ταϊσί.

Χαμήλωσε τη γροθιά του, θέλοντας να καθησυχάσει τον τύπο – τουλάχιστον ώσπου να τον έβαζε μέσα στην καμπίνα. «Ήμουν έτοιμος να κοπανήσω την πόρτα, αυτό ήταν όλο. Πέρασε μέσα».

Δεν μπορούσε να είναι και σίγουρος, αλλά ήταν λες και τα μάτια του Κινέζου είχαν γουρλώσει ως εκεί που δεν πήγαινε άλλο. «Εσύ πολύ πολύ ψηλό, καπετάνιο. Εσύ όχι προσπαθήσει σκάσει, εντάξει; Ταϊσί δεν θέλει μπλέξει μαζί σου».

«Φοβάσαι, μικρέ;» ρώτησε ο Γουόρεν με δυσπιστία, γνωρίζοντας καλά πόσο φονικοί μπορούσαν να γίνουν αυτοί οι φαινομενικά ακίνδυνοι άνθρωποι – αν κατάγονταν από την Κίνα. «Για να δούμε αν είναι έτσι».

Ο Γουόρεν άπλωσε το χέρι του και τράβηξε απότομα τον Ταϊ­σί προς τα μπρος, από το χιτώνιο που φορούσε, κι ύστερα τον σήκωσε στον αέρα με το ένα του χέρι. Σε ένα δευτερόλεπτο ο αντίχειράς του λύγισε προς τα πίσω πάρα πολύ, η επίθεση που δέχτηκε τον έκανε να πέσει στα γόνατα, και ο Ταϊσί ξαναστάθηκε στα πόδια του.

«Όπως το φαντάστηκα», είπε ο Γουόρεν μέσα απ’ τα δόντια του. «Η ικανότητά σου ως εξαιρετικού φύλακα αποδείχθηκε και με το παραπάνω, οπότε μπορείς να μ’ αφήσεις τώρα».

Ο Γουόρεν πήρε πίσω τον αντίχειρά του, αλλά ο Ταϊσί έφυγε γρήγορα από μπροστά του, δείχνοντας ακόμα λιγάκι επιφυλακτικός απέναντί του, σαν να τον φοβόταν. Αυτό ήταν αστείο, αλλά ήταν προς όφελός του, σκέφτηκε ο Γουόρεν. Ο Ταϊσί είχε εκπαιδευτεί από άντρες που είχαν το δικό του ύψος, και κάποιος τόσο ψηλός όσο ο Γουόρεν και με ένα σώμα που σε καμία περίπτωση δεν θα το έλεγες αδύνατο θα τον έκανε να νιώθει ανασφάλεια, όσο ικανός κι αν ήξερε πως ήταν.

Όμως ο Γουόρεν βέβαια δεν άφησε αυτό το πράγμα να κάνει τα μυαλά του να πάρουν αέρα. Ήξερε ήδη από πρώτο χέρι ότι άνθρωποι πιο κοντοί από αυτόν μπορούσαν να τον κάνουν κιμά. Ο Τζέιμς Μάλορι το είχε αποδείξει αυτό χωρίς να καταβάλει καν μισή προσπάθεια.

Η σκέψη του Τζέιμς έδωσε στον Γουόρεν μια ιδέα στην οποία δεν μπορούσε να αντισταθεί. «Θα κάνω μια συμφωνία μαζί σου Ταϊσί», είπε καθώς σηκωνόταν ξανά στα πόδια του και τίναξε το χέρι του που ακόμα τον πονούσε. «Δεν θα σου δημιουργήσω καθόλου προβλήματα, τίποτα, και σε ανταπόδοση, εσύ θα μου μάθεις τις πολεμικές σου ικανότητες».

«Για να χρησιμοποιήσει εναντίον Ταϊσί; Είσαι αστείο σαν και το Αγγλίδα κυρία, καπετάνιο».

Η αναφορά στην Έιμι έκανε τον Γουόρεν να θέλει σχεδόν απεγνωσμένα να πάρει καταφατική απάντηση από τον άντρα. Τα μαθήματα θα τον κρατούσαν αρκετά απασχολημένο και αρκετά μελανιασμένο, για να βγάλουν εκείνο το διαβολοθήλυκο από τις σκέψεις του έστω και για λίγο, αλλά και να του δώσουν ένα πλεονέκτημα έναντι του Τζέιμς, ένα πλεονέκτημα για το οποίο ο Εγγλέζος δεν θα ήταν προετοιμασμένος την επόμενη φορά που θα βρίσκονταν. Αυτό βέβαια υπό την προϋπόθεση ότι ο Γουόρεν θα μπορούσε να βγει απ’ όλο αυτό το μπλέξιμο σώος και αβλαβής.

«Δεν έχω την αυταπάτη να πιστεύω ότι θα μου μάθεις όλα όσα ξέρεις, οπότε γιατί να ανησυχείς;» ρώτησε ο Γουόρεν. «Κι εδώ που τα λέμε, δεν θα πήγαινα να ριχτώ στο δάσκαλό μου, κι έχεις το λόγο μου γι’ αυτό».

«Τότε γιατί θέλει μάθεις;»

«Αυτό που έχεις είναι μια ικανότητα που θα ήθελα να τη χρησιμοποιήσω απέναντι σε ένα στρογγυλομάτη όταν θα τελειώσουν όλα αυτά. Σκέψου το, Ταϊσί, και δες το σοβαρά. Με κρατάς ευχαριστημένο και ο κύριος Ζανγκ είναι ευχαριστημένος μ’ εσένα. Αλλιώς, μπορεί να προσπαθήσω να γκρεμίσω αυτούς τους τοίχους με κλοτσιές και να σου σφίξω το λαιμό μ’ αυτή τη γουρουνοουρά τουλάχιστον μια φορά τη μέρα, και η μέρα αυτή μπορεί να έρθει όταν θα βρω την ευκαιρία».

Ο Ταϊσί ρουθούνισε με αυτό που άκουσε, αλλά χωρίς να αποπνέει και πολλή περιφρόνηση. Και δεν μπήκε πιο μέσα στην καμπίνα για να αφήσει το φαγητό πάνω σ’ εκείνο το καφάσι με τα κεριά, που χρησίμευε ως τραπέζι για τον Γουόρεν. Άφησε τη γαβάθα στο πάτωμα, δίπλα στην πόρτα, και πήγε να φύγει.

Ο Γουόρεν δεν είχε τελειώσει μαζί του ακόμα. «Ζήτα άδεια αν θέλεις. Σου εγγυώμαι ότι ο κύριός σου θα χαρεί με τη σκέψη ότι ο κώλος μου θα γίνεται μαύρος στο ξύλο επί καθημερινής βάσεως. Πολύ πιθανόν να θέλει να παρακολουθεί κιόλας».

Αυτή η πιθανότητα είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον του Ταϊσί. «Το να διασκεδάσει κύριο Γιατ-σεν είναι πράγμα καλό».

Ο Γουόρεν θα προτιμούσε να μην παρακολουθεί, το καθίκι, όμως θα το δεχόταν ακόμα και αυτό. «Σκέψου το απόψε και πες μου αύριο το πρωί τι αποφάσισες. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, έχω κάνει συμφωνία με τον κύριό σου που δεν περιλαμβάνει εγκλεισμό κατά τη διάρκεια τούτου του ταξιδιού. Να του το υπενθυμίσεις αυτό. Είμαι διαθέσιμος να δουλέψω κιόλας αν μη τι…»

Ένας βρόντος ακούστηκε στο χώρισμα και τον διέκοψε, καθώς και μια έξαλλη κραυγή: «Ποιος είναι εκεί; Εσύ είσαι, Ταϊσί; Αν είσαι εσύ, έλα εδώ, κοντοστούπη, το καλό που σου θέλω, πριν βάλω φωτιά στο πλοίο!».

Απόμειναν και οι δυο τους να κοιτάζουν το χώρισμα για μια στιγμή, και μετά ο Ταϊσί ρώτησε έντρομος ψιθυριστά: «Αλήθεια λέει;».

«Φυσικά και όχι», κάγχασε ο Γουόρεν, αλλά μίλησε σε έναν τόνο πολύ πιο χαμηλόφωνο απ’ όσο συνήθιζε. «Ωστόσο, κάνει μεγάλη φασαρία εκεί μέσα. Δεν έχεις πάει ακόμα να δεις τι θέλει;»

«Οδηγίες όχι επισκέψεις, μόνο για φαγητό, αλλά ξέρω τι θέλει το κυρία. Αύριο αφήσω αυτήν προσπαθήσει πάλι σπάσει κεφάλι μου».

Ο Γουόρεν έκανε ένα επικίνδυνο βήμα προς τα εμπρός. «Δεν της έκανες κακό όταν πήγες να γλιτώσεις το κεφάλι σου, έτσι;»

Τούτη τη φορά ο Ταϊσί έδωσε έναν πήδο προς τα πίσω και προσγειώθηκε έξω από την πόρτα. «Δεν πείραξα το κυρία σου», έσπευσε να τον διαβεβαιώσει. «Λίγο μελανιά ίσως, εδώ». Έδειξε τον πισινό του. «Όμως κυρία δεν παραπονέθηκε γι’ αυτό. Παραπονέθηκε για όλα άλλα, αλλά αυτό όχι».

Ο Γουόρεν συνειδητοποίησε το λάθος του πολύ αργά, αλλά παρ’ όλ’ αυτά προσπάθησε να το διορθώσει. «Δεν είναι κυρία μου».

«Ό,τι πει εσύ, καπετάνιο».

«Μη με νευριάζεις, ρε», πέταξε ανυπόμονα ο Γουόρεν. «Στ’ αλήθεια, δεν είναι. Και για όνομα του Θεού, αν σε ρωτήσει, μην της πεις ότι βρίσκομαι εδώ, ακριβώς δίπλα της. Θα με τρελάνει με την αδιάκοπη φλυαρία της, και ειλικρινά θα ξεσπάσω πάνω σου έτσι και γίνει αυτό».

Ο Γουόρεν δεν ήταν σίγουρος αν είχε πείσει τον Κινέζο, αλλά τουλάχιστον ο Ταϊσί έδειξε να το σκέφτεται πριν κλείσει και κλειδώσει την πόρτα. Ο Γουόρεν ήταν έξαλλος με τον εαυτό του, ωστόσο, που έκανε εκείνο το ολίσθημα, και μάλιστα το έκανε χωρίς καν να το καταλάβει. Μα πόσο ηλίθιος μπορεί να ήταν; Το τελευταίο πράγμα που του χρειαζόταν ήταν να πάει ο φρουρός του και να διαβεβαιώσει τον Ζανγκ ότι ο Γουόρεν Άντερσον σίγουρα νοιαζόταν για την υγεία και την ακεραιότητα της Έιμι. Ευχήθηκε σαν τρελός να μη γινόταν αυτό.